Τις μέρες των γιορτών
που πέρασαν κι η καρδιά μου δεν έλεγε ν’ανοίξει παρά τις φωταψίες και τις
μουσικές γιατί στο οπτικό μου πεδίο κυριαρχούσαν κάποιες άλλες εικόνες πιο
καταλυτικές, ξενοίκιαστων μαγαζιών στη σειρά με τα τυφλά αφισσοκολλημένα τζάμια
τους και γραββατωμένων ηλικιωμένων κυρίων με τη πλαστική σακκούλα στο χέρι
μπρος σε κάδους σκουπιδιών, aυτές τις μέρες λοιπόν
τις πέρασα ακούγοντας εκκλησιαστικές λειτουργίες από άλλες χώρες και άλλους
πολιτισμούς σε εκτελέσεις με τοπικά μουσικά όργανα και τοπικούς συντελεστές.
Ακουγα τη missa flamenco, λειτουργία απ’τον
Ανδαλουσιανό χώρο που χρησιμοποιεί στοιχεία από ρυθμούς ισπανικούς, solea και caña, από cantos gitanos και
λαϊκές μουσικές με παραδοσιακά όργανα από διαφορα μέρη της Νότιας Ισπανίας,
ιδιαίτερα από τη Μάλαγκα και το Καντίθ.
Ακουγα και τη missalubaκαι τη messa des savannes, δυο αφρικανικές
λειτουργίες που αξιοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τη μουσική κληρονομιά των λαών
της Κεντρικής Αφρικής.
Η αγαπημένη μου όμως λειτουργία ήταν και παραμένει η missa criolla, που πριν πολλά χρόνια την άκουσα για πρώτη φορά σ’ένα φεστιβάλ εκκλησιαστικών χορωδιών στο Λορέττο της Ιταλίας που συμμετείχε ο τότε δεκάχρονος γιος μου με τη χορώδία της Αγίας Τριάδας από τη Θεσσαλονίκη.
Ηmissa criolla γράφτηκε
απ’τον Αργεντινό Αριέλ Ραμίρεζ το 1964 και είναι το πιο εντυπωσιακό ντοκουμέντο
νοτιοαμερικάνικης παραδοσιακής μουσικής. Το έργο εκτελείται από σολίστες,
χορωδία και ορχήστρα και λαϊκά μουσικά όργανα όπως Bombos Legüeros, Bateria, Tumba-Dora, Gong και Cocos που με την ιδιότυπη
χροιά τους μεταφέρουν τον ακροατή σε αυθεντικά μουσικά ακούσματα της
Αργεντινής, της Βολιβίας, και άλλων γειτονικών χωρών.
Η λειτουργία αποτελείται
από πέντε μέρη, το Kyrie που χαρακτηρίζεται από δυο ρυθμούς,τον Vidalaκαι τον Banguala, το Gloria έχει γραφεί με βάση έναν
απ’τους πιο δημοφιλείς λαϊκους χορούς της χώρας, το Carnavalito, το Credoακολουθεί μια μουσική ιδιαιτερότητα από την επαρχία Santiago
del Estero, την Chacarera Trunca και η εναλλαγή ανάμεσα στο σολίστα και τη χορωδία είναι
ιδιαίτερα δραματική. Το Sanctus πάλι βασίζεται σε βολιβιανή μουσική και το Agnus Dei-Αμνός του Θεού
χαρακτηρίζεται από μουσικά μοτίβα της αργεντίνικης πάμπας.
Όταν το έργο
πρωτοεκτελέστηκε σε ελληνική εκκλησία, σαν κοντσέρτο, όχι σα λειτουργία,υπήρξαν
πολλές και παράλογες αντιδράσεις.
Και λέω εγώ τώρα, παίζει
ρόλο μέσα από ποιους δρόμους προσεγγίζουμε το θείο; Προδίδω τη θρησκεία μου αν
με αγγίζει ένα άλλο είδους εκκλησιαστική μουσική; Είναι κακό να εκστασιάζομαι
και να κινώ το σώμα μου στο ρυθμό της μουσικής; Τι καλύτερος τρόπος απ’το να
λατρεύεις το Θεό, με την ψυχή, με το πνεύμα και με το σώμα! Πού είναι η
ιεροσυλία;
Σ’όλα τα μήκη και τα
πλάτη της γης, όποιο όνομα κι αν έχει ο Θεός οι ανάγκες των ανθρώπων είναι
ίδιες και οι ικεσίες τους έχουν πάντα το ίδιο περιεχόμενο. Δεν παίζει ρόλο σε
ποια γλώσσα ζητάμε τη λύτρωση απ’το Θεό, αρκεί να τη ζητάμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου