Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Elfriede Jelinek



«Επειδή η οικογένεια είναι μια μάχη που έχει αρχίσει από παλιά και δεν έχει τελειώσει ακόμα»…
Επειδή δε μας έμαθε κανείς πώς να είμαστε γονείς…
Επειδή κουβαλάμε τα δικά τους λάθη, καμιά φορά τα εγκλήματα που διέπραξαν επάνω μας…
Επειδή η μόνη μας ελπίδα να επανορθώσουμε, είναι κάποια στιγμή να διαισθανθούμε τι κάναμε στραβά και με ταπεινοφροσύνη να ζητήσουμε συγνώμη απ’τα παιδιά μας…
Και επειδή το βαλς αυτό το χορεύουν δύο με το ίδιο μερτικό στο χρέος και στην ενοχή…
…δύο κείμενα για τον πατέρα και τη μητέρα… 

Κείμενο πρώτο: για τη μητέρα...

Εlfriede Jelinek, Η πιανίστρια

Η δασκάλα του πιάνου Ερικα Κόχουτ ορμάει σα σίφουνας στο διαμέρισμα που μοιράζεται με τη μητέρα της. Αρέσει στη μητέρα  να αποκαλεί την Ερικα τον  μικρό της ανεμοστρόβιλο, γιατί το παιδί κινείται μερικές φορές υπερβολικά γρήγορα. Λαχταράει να ξεφύγει απ’ τη μητέρα. Η Ερικα κοντεύει τα σαράντα. Η μητέρα θα μπορούσε άνετα όσον αφορά την ηλικία να είναι η γιαγιά της. Μετά από αρκετά χρόνια σκληρής έγγαμης ζωής ήρθε κάποια στιγμή στον κόσμο η Ερικα. Αμέσως παρέδωσε ο πατέρας τη σκυτάλη στην κόρη του και αποχώρησε. Εμφανίστηκε η κόρη, εξαφανίστηκε ο πατέρας.
Σήμερα η Ερικα βιάζεται λόγω των περιστάσεων. Σαν άνεμος που παρασέρνει τα φθινοπωρινά φύλλα, περνάει τρέχοντας απ’την πόρτα και προσπαθεί να βρεθεί στο δωμάτιό της, χωρίς να γίνει αντιληπτή. Να όμως που εκεί μπροστά έχει στηθεί πελώρια η μαμά και τής ζητάει λογαριασμό στήνοντάς την στον τοίχο, ιεροεξεταστής και εκτελεστικό απόσπασμα μαζί, από πολιτεία και οικογένεια ομόφωνα αναγνωρισμένη ως μητέρα.
Η οποία  ερευνά να μάθει, γιατί η Ερικα γύρισε μόλις τώρα, τόσο αργά. Πέρασαν ήδη τρείς ώρες από τότε που έφυγε ο τελευταίος μαθητής κουβαλώντας μαζί του τον χλευασμό της Ερικα. Νομίζεις βέβαια, Ερικα, οτι δεν θα μάθω πού ήσουνα. Ενα παιδί οφείλει από μόνο του να δίνει εξηγήσεις στη μητέρα του, χωρίς καν αυτή να τις ζητήσει, που δε θα γίνουν έτσι κι αλλιώς πιστευτές, επειδή στο παιδί αρέσει να λέει ψέμματα. Η μητέρα περιμένει ακόμη, όμως τόσο, όσο χρειάζεται να μετρήσει μέχρι το τρία.
Δεν έχει φτάσει καν στο δύο και η κόρη έχει δώσει μια απάντηση που απέχει αρκετά απ’την αλήθεια. Ο γεμάτος παρτιτούρες χαρτοφύλακάς αποσπάται τώρα βίαια απ’τα χέρια της και μπροστά στα. μάτια της μητέρας ξεπροβάλλει η πικρή απάντηση σ’όλες της τις ερωτήσεις. Τέσσερεις παρτιτούρες με σονάτες του Μπετόβεν μοιράζονται το λιγοστο χώρο του χαρτοφύλακα μ’ένα καινούργιο φουστάνι που φαίνεται  ότι  έχει αγοραστεί μόλις πριν από λίγο. Η μητέρα εξαγριώνεται με το ρούχο. Στο μαγαζί πρωτύτερα, γαντζωμένο στη κρεμάστρα, φάνταζε στα μάτια της Ερικα τόσο ελκυστικό, πολύχρωμο και απαλό στην αφή, τώρα είναι πεταμένο σαν κουρελόπανο με  το  βλέμμα της μητέρας να το διαπερνάει σα το γάντζο της κρεμάστρας του.
Τα λεφτά για το φουστάνι προορίζονταν για το ταμιευτήριο. Τώρα ξοδεύτηκαν πριν την ώρα τους.
Ωρύεται η μητέρα: Σπατάλησες την ανταμοιβή που θα απολάμβανες αργότερα, το καινούργιο διαμέρισμα δηλαδή, όμως εσύ δεν μπορούσες να περιμένεις, και τι κατάλαβες, τώρα έχεις ένα κουρέλι που σε λίγο δε θα’ναι καν στην μόδα.
Μητέρα και κόρη μαζεύουν λεφτά για ένα μεγάλο ιδιόκτητο διαμέρισμα για τις δυό τους. Το σπίτι που μένουν τώρα με   ενοίκιο είναι ήδη τόσο προχωρημένης ηλικίας που είναι σαράβαλο. Στο καινούργιο σπίτι θα μπορέσουν εκ των προτέρων να διαλέξουν μαζί τα εντοιχιζόμενα ντουλάπια, ακόμη και την θέση των μεσότοιχων. Ολα θα γίνουν ακριβώς σύμφωνα με προσωπικές υποδείξεις. Οποιος πληρώνει, ορίζει. Η μητέρα που έχει μια πενιχρή σύνταξη, ορίζει ό,τι πληρώνει η Ερικα. Σ’αυτό το ολοκαίνουργιο διαμέρισμα θα έχει ο καθένας το δικό του βασίλειο, η Ερικα εδώ, η μητέρα εκεί, τα δυό βασίλεια ξεκάθαρα οριοθετημένα. Ομως το καθιστικό θα είναι κοινό. Εκεί θα συναντιούνται. Αν θέλουν. Θα θέλουν όμως, σύμφωνα με τους φυσικους νόμους πάντοτε, επειδή μητέρα και παιδί αποτελούν ένα σώμα μια ψυχή. Αλλωστε κι εδώ, σ’αυτό  το αχούρι που ρημάζει σιγά-σιγά, η Ερικα έχει το δικό της βασίλειο, όπου διοικεί και διοικείται. Είναι προσωρινό βασίλειο. Η πόρτα στο δωμάτιο της Ερικα δεν έχει κλειδαριά, και ένα παιδι οφείλει να μην έχει μυστικά. Το βασίλειο της μητέρας καταλαμβάνει όλο το υπόλοιπο διαμέρισμα, κι αυτό, γιατί η νοικοκυρά που νοιάζεται για όλα, τα διαχειρίζεται κιόλας, ενώ η Ερικα  απολαμβάνει τους καρπούς των οικιακών εργασιών που φέρει εις πέρας η μητέρα. Βλέπεις, με τη λάτρα του νοικοκυριού δε χρειάστηκε ποτέ  να κοπιάσει η Ερικα, γιατί τα απορρυπαντικά καταστρέφουν τα χέρια του πιανίστα.
Αυτό που βάζει σε έννοια  τη μητέρα στα σπάνια διαλείμματα που παίρνει ανάσα, είναι η ανεξέλεγκτη ιδιοκτησία της. Η Ερικα, χέλι που ξεγλυστράει αυτό το παιδί, και ποιος ξέρει πού τριγυρνάει αυτήν την στιγμή  και τι αταξίες κάνει.
Ομως κάθε μέρα, χωρίς εξαίρεση, η κόρη βρισκεται με ακρίβεια δευτερολέπτου εκεί όπου ανήκει: στο σπίτι.. Σχεδόν πάντοτε είναι η Ερικα στο σπίτι. Μερικές φορές τα βράδυα πάει σε κανένα κοντσέρτο, αλλά όλο και πιο σπάνια. Η κάθεται στο πλήκτρα και χτυπάει με μανία την καριέρα της σαν πιανίστρια που εδώ και καιρό έχει θαφτεί οριστικά ή πλανιέται σαν κακό πνεύμα σε κάποια πρόβα με τους μαθητές της. Εκεί μπορεί να της τηλεφωνήσει κανείς σε περίπτωση ανάγκης.

Elfriede Jelinek, H πιανίστρια, Reinbek 1983, σύντμηση αποσπάσματος, από Prüfungssblätter zum KDS

Μετάφραση του κειμένου και σχόλιο:Νόρα Πυλόρωφ-Προκοπίου

Η συγγραφέας:
Σαρκαστική και προκλητική όσο λίγοι συνάδελφοί της η Αυστριακή συγγραφέας ταράζει τη κοινωνία της χώρας της με τα βλάσφημα αιχμηρά κείμενά της, διχάζει τους συμπατριώτες της, κάποιοι την θεωρούν «εχθρό του λαού» και κάποιοι άλλοι την κατηγορούν ότι «βρωμίζει την ίδια τη φωλιά της», αναφερόμενοι στις αιχμές της οσαναφορά το ναζιστικό παρελθόν της Αυστρίας.
Γεννήθηκε το 1946 και μεγάλωσε στη Βιέννη. Εζησε δύσκολα παιδικά και εφηβικά χρόνια επειδή καταπιέστηκε από το οικογενειακό της περιβάλλον και ιδιαίτερα από τη μητέρα της να ακολουθήσει μουσική καριέρα. Σπούδασε πέρα από μουσική Ιστορία Τέχνης και δράμα.
Επαναλαμβανόμενο θέμα στα έργα της είναι η πάλη των φύλων και η γυναικεία σεξουαλικότητα, ο αγώνας για άσκηση εξουσίας και η επιθετικότητα στις ανθρώπινές σχέσεις. Γράφει θεατρικά έργα και νουβέλες.
Στο βιβλίο της «Η πιανίστρια», το οποίο περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία,    περιγράφει τη ζωή μιας γυναίκας που συμβιώνει σε  μια αρρωστημένη σχέση με την αυταρχική μητέρα της. Η σκληρή καταπίεση που υφίσταται την οδηγεί σε επισκέψεις σε πορνομάγαζα και σε ηδονοβλεπτικές δραστηριότητες στα πάρκα. Όταν συνδέεται ερωτικά μ’ένα μαθητή της του επιβάλλει βασανιστήρια σαν αυτά που βίωσε η ίδια.
Η γλώσσα της Γιέλινεκ είναι στυφή, ειρωνική, λιτή. Επιτίθεται στον αναγνώστη, τον κρυφοκοιτάζει με σαδιστική περιέργεια και περιμένει την αντίδρασή του.
Τιμήθηκε παρά τις αντιφατικές γνώμες και τα κύματα αγανάκτησης πουν ξεσηκώνει με την έκδοση κάθε καινούργιου βιβλίου – πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν το έργο της πορνογραφικό – με πολλά και σημαντικά βραβεία, το 2004 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας από την  Ακαδημία της Στοκχόλμης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου